Πρωτάκουσα τη "Διεθνή" εφτά χρονώ παιδάκι στον ίσκιο τ' "Άγριλου" που φύτρωσε και στέκει αντίκρυ στην εκκλησιά που της έδωσε τ' όνομά του, της "Παναγίας της Αγριλιώτισσας" στην άκρη του χωριού της μάνας μου τα "Χαβριάτα" στη δυτική Κεφαλονιά, πούχει αγνάντι στο νότο το Ιόνιο και τον κάμπο της σταφίδας, με τους κα'υ'μούς της κεντημένους στο χαρτί από τον αλησμόνητο δημοσιογράφο Νίκο Καραντινό. Θάταν Καλοκαίρι του1941. Βρέθηκα εκεί με την κατά έντεκα χρόνια μεγαλύτερή μου ετεροθαλή αδελφή Ανθούλα που μόλις είχε τελειώσει το Γυμνάσιο (σημερινό Λύκειο) και δεν περνούσε απαρατήρητη. Σε λίγο κατέφθασε μια παρέα Ιταλών κατοχής με έναν νεαρό βαθμοφόρο ανάμεσά τους, τον Τζοβάνι όπως μας συστήθηκε. Οι Ιταλοί είχαν επιδοθεί σε μια ταχύρυθμη εκμάθηση της "ελληνικής" για την συντροφιά που ζητούσαν άμεσα, επιτακτικά και δικαιωματικά τα νιάτα...Η συζήτηση της Ανθούλας με τον Τζοβάνι ξεκίνησε ήπια μα γρήγορα εξελίχθηκε σε άγρια κόντρα. "Είμαστε εχθροί". "Δεν σας θέλουμε". "Να πάτε στην πατρίδα σας". "Γιατί αφήσετε τις δικές σας γυναίκες και ήρθατε εδώ;" Ο Τζοβάνι σε θέση άμυνας προσπαθούσε να δικαιολογήσει την παρουσία τους. "Εμείς δεσποινίς δεν ήρθαμε μόνοι μας". "Μας έφεραν άλλοι και ίσως μας πάνε και αλλού. Και αν εμείς φύγουμε τι θα γίνει; Θα φέρουν άλλους". "Ο πόλεμος δεν τελειώνει. Σε όλον τον κόσμο έχουμε πόλεμο." Καμία συνεννόηση. Κανένας κατευνασμός. Και τότε οι Ιταλοί έπαψαν να συζητούν κι' έπιασαν το τραγούδι. Μόνο που ήταν ένα τραγούδι αλλιώτικο από τ' άλλα. Τόλεγαν σιγανά με προσήλωση, μπρίο αλλά και μ' ευλάβεια ύμνου θρησκευτικού στη δική τους γλώσσα φυσικά. Η Ανθούλα κατέβασε φωνή και μάτια. Δεν ήξερε Ιταλικά, ήξερε όμως το σκοπό. Όπως μου εξήγησε αργότερα τον είχε ακούσει αρκετές φορές να τον τραγουδούν και να τον σφυρίζουν φίλοι του πατέρα μας. Δάσκαλοι και καθηγητές οι περισσότεροι. Χαιρέτησε τους Ιταλούς με ένα "αντίο" και "καλή τύχη" με έπιασε από το χέρι και γυρίσαμε σπίτι. Άνοιξε το 12άτομο εγκυκλοπαιδκό λεξικό του 'Ελευθερουδάκη" στο γράμμα "Δ" και σταμάτησε στο λήμμα "Διεθνής". Διάβασα το τραγούδι των Ιταλών στα ελληνικά με πάνωθέ του τις νότες που ποτέ μου δεν έμαθα να διαβάζω..."Εμπρός της γης οι κολασμένοι, της πείνας σκλάβοι εμπρός, εμπρός..." Σήκωσα το κεφάλι και την κοίταξα. Το βλέμμα της απόμακρο, φορτωμένο σκέψεις...Σίγουρα σκέφτοταν όσους ήξεραν κι' έκλειναν στην καρδιά τους αυτόν τον ύμνο...Σπούδασε δασκάλα. Διορίσθηκε, παντρεύτηκε, έκανε οικογένεια και συνταξιοδοτήθηκε στο χωριό "Κομιτάτα" του νησιού μας. Δίδαξε στα παιδιά γράμματα και ήθος. Στις 19 Αυγούστου ε.έ. έξη παλιοί μαθητές της, της σήκωσαν το φέρετρο. Ήταν ενενήντα χρονών. Σύσσωμο το χωριό την συνόδεψε μέχρι την τελευταία της κατοικία. Στη μικρή μας οικογένεια δίνοντάς μου τη σκυτάλη κάθησα και σκέφτηκα: "Tης οφείλω μνήμες..."
Μπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος, συνταξιούχος του ΤΣΑΥ.
Φλωρίνης 29 Τ.Κ.15235 Βριλήσσια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου