Θέλομε να γίνωμεν ελεύθεροι και όχι να λεγόμεθα ελεύθεροι

ΗΛΙΑΣ ΖΕΡΒΟΣ ΙΑΚΩΒΑΤΟΣ 26-12-1848

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2015

Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΛΗΞΟΥΡΙΟΥ


 



                              
Πρόλογος  Το καλοκαίρι  ο Μπάμπης  μας  μίλησε γι  αυτές της  ιστορικές  
στιγμές  Τον  παρακαλέσαμε  να  τα  γράψει  να  τα  μάθουν  περισσότεροι  Τον
Ευχαριστούμε  για  την  ανταπόκριση  του 

ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ

Ήταν Φθινόπωρο σαν και τώρα το 1944 και κόντευα να κλείσω τα 10 μου χρόνια. Τα είχα κατά καιρούς και εποχές μοιραστεί ανάμεσα στο χωριό της μητέρας μου "Χαυριάτα" κυρίως τα πρώτα κι' εκείνο του πατέρα μου "Δαμουλιανάτα" τα τελευταία, όπου είχα σαν κύριο έργο την βόσκηση 3 Ελβετικών αγελάδων αλλά και άλλων κτηνοτροφικών και γεωργικών εργασιών καθόλου ευκαταφρόνητων εκείνου του δύσκολου καιρού του τρόμου και της ανέχειας. Όλες οι μέρες του χρόνου γεμάτες και δεν έφταναν...Παράλληλα είχα να διαβάζω και τα μαθήματα του Δημοτικού σαν "κατ' οίκον διδαχθείς", σωστότερα "κατά κάμπο..."Οι γονείς μου ήταν δάσκαλοι στο χωριό της μητέρας μου. 1.30' ώρα και συνήθως λίγο περισσότερο μακριά με το μουλάρι μας και ένα γα'ι'δουράκι πρω'ί'-βράδυ 6 μέρες τη βδομάδα. Τότε εργαζόνταν και τα Σάββατα. Κουβαλούσα στην πλάτη μαζί με τ' άλλα σ' ένα σάκο βιβλίο και τετράδιο. Ο σάκος ήταν μια παλιά μαξιλαροθήκη "ντεμέλα" όπως τη λέμε στην Κεφαλονιά. Και τα δυο χωριά ανήκουν στο δυτικό μέρος του νησιού, το κάπως ξέχωρο σε όλα του με πρωτεύουσα το Ληξούρι. Το "μικρό Παρίσι" για όσους το ένιωθαν και εξακολουθούν να το νιώθουν έτσι! Εκεί κατεβαίναμε κάθε Σάββατο στην αγορά το "φόρο", για το πάρε-δώσε, τα ψώνια της βδομάδας, το αντάμωμα με τους άλλους χωρικούς, τις συμφωνίες, τις διαφωνίες, τα νέα...

   Κείνες τις μέρες και οι τελευταίοι Γερμανοί είχαν εγκαταλείψει το νησί. Ο Κόκκινος Στρατός στο ανατολικό μέτωπο προέλαυνε βαθιά μέσα στην ίδια τους τη χώρα και στο δυτικό όπου οι σύμμαχοι Άγγλοι, Γάλλοι και Αμερικανοί με την απόβαση τους επιτέλους στη Νορμανδία το είχαν ανοίξει, κέρδιζαν έδαφος, έστω και με βήμα σημειωτόν. Στα χωριά μας κουμάντο έκανε το ΕΑΜ. Οι πόλεις Ληξούρι και Αργοστόλι βρισκόνταν κάτω από τον έλεγχο της γερμανοοπλισμένης ΠΟΚ (Πατριωτική Οργάνωση Κεφαλονιάς) και της χωροφυλακής. Κάτι θα γινόταν!

   Ένα προχωρημένο απόγευμα, "κοντόβραδο" το λέμε εκεί, άντρες συγκεντρώνονταν στην ανατολική άκρη του χωριού έξω από το μαγαζί του Γιάννη Ζαφειράτου του "Τριζονιάρη". Θα ήταν ένα μπουλούκι 20, 25, 30 στο περίπου απ' όσο θυμάμαι ύστερα από 71 χρόνια. Ανάμεσά τους και ο Σπυράγγελος ο Τζουγανάτος ο "Μινερβής" με ένα όπλο πολεμικό μονόβολο (μιας σφαίρας) του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, έναν Γκρά. Αν κάποιος άλλος είχε και κάνα πιστόλι στο σακίδιό του δεν γνωρίζω. Δεν είδα. Σε λίγο έφτασε ο μπάρμπας μου, ο δάσκαλος Σπύρος Ευαγγελάτος του "Κοτσιδά", ένας λεβεντάνθρωπος καθοδηγητής στο ΕΑΜ. Μπήκαν στη γραμμή, σχημάτισαν τριάδες και τους μίλησε. Το σχέδιο ήταν η κατάληψη του Ληξουριού και ο αφοπλισμός των Ποκιτών και χωροφυλάκων. Η εξουσία στη Δυτική Κεφαλονιά έπρεπε να περάσει στα χέρια του ΕΑΜ! Τους τόνισε ότι αν κατάφερναν να πάρουν το Ληξούρι στους ανθρώπους του όποιοι κι αν ήταν, δικοί μας ή αντίπαλοι, θα έπρεπε να τους φερθούν κόσμια, να μην πειράξουν κανένα κορίτσι και να πειθαρχούν σε κάθε τους βήμα στους υπεύθυνους της οργάνωσης. Τους είδε άοπλους και τους καθησύχασε. Στην πορεία τους, 10 χιλιόμετρα δρόμος μέχρι την πόλη που θα ενώνονταν και με άλλους από τα γύρω χωριά, η οργάνωση θα τους εφοδίαζε με χειροβομβίδες! Ξεκίνησαν σε σχηματισμό και χάθηκαν στο συνεχόμενο χωριό Ρίφι ανατολικά.

   Γύρισα σπίτι μου. Ο πατέρας μου κάλεσε τη μάνα μου και την μεγαλύτερη κατά 11 χρόνια ετεροθαλή αδελφή μου. Τα άλλα μου αδέλφια (αδελφή και αδελφός) ήταν κατά 5 και 6 χρόνια μικρότερά μου. Η μητέρα μου θα καθόταν στο σπίτι με τα μικρά και οι υπόλοιποι αυτός, η μεγάλη μου αδελφή κι' εγώ θα ξεκινούσαμε χαράματα για το Ληξούρι να πλαισιώσουμε τους πρωτοπόρους που πήγαιναν να το καταλάβουν. Αν έμπαιναν μέσα, να μη φανούν γυμνοί. Αν είχαν εμπλακεί σε μάχη, θα γυρίζαμε πίσω. Οι Ποκίτες τώρα χωρίς τους Γερμανούς δεν θα τολμούσαν να ξεμυτήσουν. Σχεδόν δεν κοιμήθηκα! Μπονώρα, μπονώρα ξεκινήσαμε. Μπροστά ο γέρος καβάλα στο μουλάρι μας, εγώ στα καπούλια και η αδελφή μου η Ανθούλα ακολουθούσε καβάλα στο γα'ι'δουράκι. Παντού σιωπή. Είχα κερώσει. Φοβόμουνα. Ο γέρος το κατάλαβε και από μία πέτσινη κυνηγετική τσάντα που είχε μαζί του έβγαλε και για πρώτη φορά έμαθα πως είχε πιστόλι. Ένα μεγάλο περίστροφο αμερικάνικο με ένα κουτάκι τενεκεδένιο γεμάτο σφαίρες! Για την ιστορία αυτού του όπλου εγώ τουλάχιστο δεν θα είμουνα και τόσο υπερήφανος! Σχετιζόταν με έναν νεανικό του τσαμπουκά όταν του είχαν στήσει ενέδρα και τον πυροβόλησαν εντός του τότε δικαίου. Αργότερα το παρέδωσε στην εθνοφυλακή που εγκατέστησαν οι Άγγλοι επεμβασίες μετά τη Βάρκιζα και ακολούθησε κατσάδιασμα από έναν εαμίτη φίλο του. Τότε όμως ένιωσα σιγουριά. Ήταν και άριστος σκοπευτής με ετοιμότητα και ψύχραιμος! Μου είπε να μη φοβάμαι. Η σιωπή εξακολουθούσε και η εξήγηση ήρθε αργότερα όταν στο έμπα της πολιτειούλας μάθαμε πως το Ληξούρι είχε παραδοθεί χωρίς να πέσει τουφεκιά και ο κόσμος από τα χωριά είχε κατεβεί και πανηγύριζε την απελευθέρωση. Από εδώ και η σιωπή του κάμπου. Ο υπομοίραρχος της Χωροφυλακής και φρούραρχος, πρότεινε στους άνδρες του ν' αντισταθούν. Αυτοί, παιδιά του Λαού, του απάντησαν πως θα πήγαιναν με το ΕΑΜ. Μπήκε σε μια καμπινάτη βάρκα με μηχανή, "μπεζίνα" τη λέγαμε και τράβηξε για τ' Αργοστόλι. Οι χωροφύλακες πήγαν στο ξωκκλήσι του Άη Βασίλη πάνω στο δρόμο για το Ληξούρι, κάναν τα όπλα τους πυραμίδες και τα παρέδωσαν στους πρώτους Ελασίτες που κατέβαιναν από τα χωριά ακολουθούμενοι από τον χείμαρρο των ξωμάχων που λαχταρούσαν την εθνική κι' αντάμα την κοινωνική τους απελευθέρωση! Οι Ποκίτες, οι γερμανοοπλισμένοι, οι μέχρι χθες θρασείς πλιατσικολόγοι, μαυραγορίτες και τσιράκια των αρχόντων, με δυο λόγια ο υπόκοσμος που αργότερα θα ακολουθούσε το επικερδές επάγγελμα του εθνικόφρονα, λούφαξαν στα καβούκια τους. Όταν φτάσαμε στη μεγάλη σήμερα κεντρική πλατεία που τότε με το προσεισμικό μέγαρο "Μαρκάτο" ήταν χωρισμένη στα δυο, τη δυτική του Πετρίτση και την με μέτωπο στη θάλασσα του Ηλία Μηνιάτη, είδαμε στη δεύτερη πάνω στον εξώστη τον κομμουνιστή καθηγητή μαθηματικών Νιόνιο Γεωργάτο πρωτεργάτη της αντίστασης, φίλο του τραυματισμένου, διασωθέντα κατά την εκτέλεση και συναγωνιστή του Άμου Παμπαλόνι (Λοχαγού Κορέλι) και τον τιμωρό των δωσιλόγων καταδοτών και γερμανοντυμένων, τον λεβέντη ελασίτη, φοιτητή της Νομικής Χαρίλαο Ματιάτο, που μόλις είχαν τελειώσει τους σύντομους χαιρετισμούς τους στην κατάμεστη από κόσμο πλατεία. Παντού περιβραχιόνια με τα αρχικά του ΕΑΜ. Αντάρτικα τραγούδια και ζητωκραυγές. Στην προκυμαία σ' ενα ξύλινο κα'ί'κι επιβιβάζονταν πολλοί. Σε λίγο θα σάλπαρε για τ' Αργοστόλι. Στο χειροκίνητο τότε τηλέφωνο ήρθε η είδηση πως κι' εκεί ο ΕΛΑΣ κατέλαβε την πόλη ανοιξε ττην πόρτα της φυλακής και λευτέρωσε τους κρατούμενους. Δίπλα στο κατάρτι του μια πελώρια κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο! Πιθανώς από βαμένο διπλό σεντόνι. Την ουρά της κρατούσε όρθιος, τη χάιδευε λες ευλαβικά με το καβουράκι του ο χωριανός μας Αριστόβουλος Ζαφειράτος ο "Γκαρδόρος". Ο κυνηγημένος από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ο προπαγανδιστής στο νησί μας της κοινωνικής απελευθέρωσης, ο πριν τον δικτάτορα Μεταξά υποψήφιος του ΚΚΕ με τους 700 ψήφους... 

   Μπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος, συνταξιούχος του ΤΣΑΥ Βριλήσσια.

ΣΗΜ  ΠΟΚΙΤΕΣ Συνεργάτες  των Γερμανών ΠΟΚ Ερμηνεία από τον λαό
Προδοτική Οργάνωση Κεφαλονιάς

Δεν υπάρχουν σχόλια: